ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΠΥΡΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

 Το πρώτο βιβλίο εκδόθηκε το 1456 στη Μαγεντία από τον εφευρέτη της τυπογραφίας, τον Γκούτενμπεργκ. 'Ήταν μια Βίβλος τυπωμένη σε σελίδες των 42 γραμμών (στίχων) χωρίς αρίθμηση ή τίτλο, ενώ είναι το μοναδικό βιβλίο του Γκούτενμπεργκ που σώζεται μέχρι σήμερα.

Η ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Γλώσσα είναι μια καθαρά ανθρώπινη λειτουργία που συμβάλλει στη δημιουργία, στην ανάπτυξη και στη διατήρηση της προσωπικότητας του ατόμου. Η γέννηση της γλώσσας συμπίπτει τοπικά και χρονικά με την εμφάνιση του ανθρώπου πάνω στη Γη. Σιγά - σιγά η γλώσσα άρχισε να διαμορφώνεται και να αναπτύσσεται. Οι χειρονομίες και οι κραυγές, που χρησιμοποιούσαν οι πρώτες αγέλες ανθρωποειδών 5 ή 6 εκατομμύρια χρόνια πριν, εξελίχθηκαν κατά την Παλαιολιθική Εποχή, πριν από 100.000 χρόνια, σε φωνητικά σημεία, που αργότερα συμπληρώθηκαν με γραπτά σύμβολα. Σήμερα υπάρχουν περίπου 800 διαφορετικές γλώσσες, που ανήκουν σε 9 οικογένειες γλωσσών. Η πιο διαδεδομένη από αυτές, η ινδοευρωπαϊκή, στην οποία ανήκει και η ελληνική γλώσσα, μιλιέται από το 41% περίπου του πληθυσμού της Γης.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

'Ήδη στους Προέλληνες, δηλαδή στους κατοίκους της περιοχής της σημερινής Ελλάδας (κυρίως της Πελοποννήσου, του Αιγαίου και της Κρήτης) πριν από τον 20ό π.Χ. αιώνα, υπήρχαν λέξεις όπως 'Όλυμπος, Λυκαβηττός, ελαία, θάλασσα, βασιλεύς, θίασος, κίνδυνος, χαλκός. Οι λέξεις αυτές μαζί με πολλές άλλες πέρασαν και στους 'Έλληνες, δηλαδή στους 'Ίωνες, τους Αιολοαχαιούς και τους Δωριείς, που κατέβηκαν στη χώρα που αυτοί ονόμασαν Ελλάδα τον 20ό, το 17ο και το 12ο π.Χ. αιώνα αντίστοιχα. Η ιστορική περίοδος της ελληνικής γλώσσας αρχίζει από τότε που εμφανίζονται γραπτά μνημεία. Οι πρώτες επιγραφές, που σώζονται μέχρι σήμερα είναι γραμμένες σε γραφή Γραμμική Α και Γραμμική Β και βρέθηκαν στην Πύλο, στις Μυκήνες και στην Κνωσό. Αργότερα αναπτύχθηκαν πολλές διάλεκτοι, που μιλιόντουσαν στον ελληνικό χώρο. Τον 5ο π.Χ. αιώνα υιοθετήθηκε από τους Μακεδόνες βασιλείς η αττική διάλεκτος ως η επίσημη γλώσσα της διοίκησης και της διπλωματίας. Η περίοδος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας κλείνει το 323 π.Χ. και από τότε μέχρι το 395 μ.Χ. μιλιέται μια εξελιγμένη αττική διάλεκτος με προσωδιακό χαρακτήρα, που ονομάστηκε ελληνιστική ή αλεξανδρινή κοινή. Ακολουθεί η βυζαντινή γλώσσα, που γίνεται η γλώσσα έκφρασης της χριστιανικής θρησκείας. Το φωνητικό σύστημα παίρνει τότε τη σημερινή μορφή του. 'Ύστερα περνάμε στις νεοελληνικές διαλέκτους (δυτική ομάδα, ανατολική ομάδα και τσακωνική διάλεκτος) και τελικά στη νεοελληνική κοινή, η οποία άρχισε να διαμορφώνεται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας (1453-1821). Την ίδια εποχή κάνει την εμφάνισή της η καθαρεύουσα, η οποία νεωτερίζει στη σύνταξη αλλά αρχαΐζει στη φωνητική, στη μορφολογία και στο λεξιλόγιο, με δύο μορφές: την αρχαΐζουσα (αυστηρή) και την απλή (απλοποιημένη) καθαρεύουσα. Με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 η δημοτική γλώσσα καθιερώνεται ως γλώσσα του δημοτικού σχολείου, ενώ στο γυμνάσιο διδάσκονταν η γραμματική και το συντακτικό της καθαρεύουσας. Η τεχνητή αυτή διγλωσσία τερματίστηκε επίσημα το 1976 στη διοίκηση και το 1977 στην εκπαίδευση. Τέλος, το 1982 με το προεδρικό διάταγμα 297/1982 καθιερώθηκε το μονοτονικό σύστημα τόσο στη διοίκηση όσο και στην εκπαίδευση.

Η ΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Γραφή ονομάζεται η απεικόνιση του λόγου με γραπτά σημεία, τα οποία επινόησε ο άνθρωπος για να επικοινωνεί με τους συνανθρώπους του και να τους μεταδίδει τα αισθήματά του, τις σκέψεις του ή διάφορα γεγονότα. Η γραφή αποτελεί την προϋπόθεση όλων των ανώτερων πολιτισμών και το μέσο για τη διατήρηση των προϊόντων του ανθρώπινου πνεύματος. Είναι πολύ δύσκολο να ανατρέξουμε σήμερα στα βάθη της ιστορίας, στη στιγμή της γέννησης της γραφής, επειδή αυτή μας παραδόθηκε σε εξελιγμένη μορφή. Το πλήθος των ιχνογραφημάτων σε βράχους, αγγεία κ.α. δυστυχώς δεν αποτελούν σημεία ικανά να μας οδηγήσουν στις πηγές της γραφής. Ο αρχαιότερος πάπυρος, που σώζεται σήμερα και είναι της εποχής του 2500 π.Χ., φυλάγεται στο Παρίσι. Μπορούμε πάντως να πούμε με βεβαιότητα πως η γραφή γεννήθηκε σε πολλά σημεία της Γης ανεξάρτητα και σε διαφορετικούς χρόνους. Αναπτύχθηκαν έτσι διάφορα συστήματα, από τα οποία άλλα έμειναν στάσιμα σε ορισμένο βαθμό εξέλιξης και άλλα τελειοποιήθηκαν. Γενικά, διακρίνονται χρονολογικά δύο βαθμίδες εξέλιξης της γραφής. Κατά την πρώιμη βαθμίδα ο άνθρωπος, στην προσπάθειά του να επικοινωνήσει, χρησιμοποιούσε απλές εικόνες ή και συνδυασμούς εικόνων, δημιουργώντας έτσι τα δύο πρωταρχικά στάδια της γραφής: την εικονογραφία, που αποτυπώνει το περιεχόμενο του λόγου χωρίς να αντιστοιχεί σε ορισμένες λέξεις, και αργότερα την ιδεογραφία, που περιλαμβάνει ιδεογράμματα τα οποία δεν απεικονίζουν τα πράγματα αλλά την ιδιότητά τους ή τις ιδέες που υπονοούν. Ακολουθεί η μεταγενέστερη μορφή, κατά την οποία τα σύμβολα της γραφής έγιναν ορατά υποκατάστατα των σημείων του προφορικού λόγου, δηλαδή καθαροί ήχοι, συλλαβές, λέξεις και προτάσεις, με στάδια τη φωνητική γραφή, όπου κάθε σημείο αποδίδεται μια ορισμένη λέξη, τη λεξι-συλλαβική, όπου μια λέξη αποδίδεται με φθογγικά στοιχεία και σύμβολα, τη συλλαβική, όπου κάθε σύμβολο παριστάνει μια ολόκληρη συλλαβή, και τη γνωστή μας αλφαβητική γραφή, η οποία αποτελείται από γραπτά σημεία (γράμματα) διαφορετικά για κάθε ομάδα γλωσσών, τα οποία βαλμένα σε μια ορισμένη σειρά δημιουργούν τις λέξεις. Από τον 4ο αιώνα γενικεύεται η χρήση της περγαμηνής, ενώ το χαρτί αρχίζει να διαδίδεται από το 12ο αιώνα μέσω του χαρτοποιείου της Βαγδάτης, παρ' όλο που ήταν γνωστό στους Κινέζους από τα αρχαία χρόνια, και να παράγεται βιοτεχνικά σε εργαστήρια αντιγραφέων, ανοίγοντας το δρόμο για τους εκδοτικούς οίκους. Τα πιο σημαντικά αλφάβητα που χρησιμοποιούνται σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα είναι το λατινικό, το κυριλλικό και το αραβικό.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ

Τα πρώτα γραπτά μνημεία στην Ελλάδα βρέθηκαν στην Πύλο, στις Μυκήνες και στη Κνωσό και είναι γραμμένα σε Γραμμική Α και Γραμμική Β γραφή. Η Γραμμική Α δεν έχει διαβαστεί ακόμη, σε αντίθεση με τη Γραμμική Β, που είναι συλλαβική γραφή και περιλαμβάνει 88 σημεία και περίπου 160 ιδεογράμματα. Στη συνέχεια έχουμε την ομηρική γλώσσα, στην οποία γράφτηκε η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, η οποία είναι μία τεχνητή από διαλεκτική άποψη γλώσσα, μία καθαρά λογοτεχνική γλώσσα, που δε μιλήθηκε ποτέ και πουθενά. Το κλασικό ελληνικό αλφάβητο είχε για πρότυπό του το φοινικικό αλφάβητο και γνώρισε μεγάλη διάδοση στις αποικίες του Μεγάλου Αλέξανδρου και αργότερα στα βυζαντινά χρόνια.

Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η τυπογραφία είναι η τέχνη με την οποία γίνεται δυνατή η αναπαραγωγή κειμένων σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων με στοιχεία κινητά ή και άλλες μεθόδους γρήγορα και εύκολα. Πριν από το 15 μ.Χ. αιώνα τα βιβλία που κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη ήταν χειρόγραφα ή τυπωμένα με ξυλογραφίες. 'Ένας Γερμανός χρυσοχόος, ο Γιόχαν Γκένσφλαϊς τσουμ Γκούτενμπεργκ (Johan Gennsfleisch zum Gutenberg, 1400-1468) από το Μάιντς (Mainz), πολιτικός εξόριστος στο Στρασβούργο, έκανε τις πρώτες προσπάθειες για να βρεί έναν τρόπο «τεχνητής γραφής», όπως αρχικά ονομάστηκε η τυπογραφία. Το πρώτο πιεστήριο ήταν ξύλινο με μεταλλικά στοιχεία, που τα έχυνε ο ίδιος σε ειδικούς τύπους. Από τότε η τέχνη αυτή αναπτύχθηκε γρήγορα, γνωρίζοντας μεγάλη άνθηση το 18ο αιώνα στη Μεγάλη Βρετανία. Το 1812 έκανε την εμφάνισή του το πρώτο κυλινδρικό πιεστήριο στο Λονδίνο. Το 1884 εφευρέθηκε η λινοτυπία και το 1887 η μονοτυπία, ενώ το 1886 οι στοιχειοθετικές μηχανές αντικατέστησαν τη χειρωνακτική εργασία. Αργότερα ανακαλύφθηκε το ταχυπιεστήριο, το 1904 η όφσετ (offset) και το 1905 η λιθογραφία. Τέλος η πραγματική επανάσταση στο χώρο της τυπογραφίας έγινε με τη φωτοσύνθεση, που στα μέσα του αιώνα μας έδωσε νέα ώθηση στην τυπογραφία.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ

Η ελληνική τυπογραφία όσον αφορά τον τομέα της τεχνολογίας ακολούθησε από την αρχή, έστω και με σημαντική ποιοτική και χρονική διαφορά, τις διάφορες εξελίξεις. Τα πρώτα ελληνικά τυπογραφεία ιδρύονται στην Ιταλία (Βενετία, Μιλάνο, Ρώμη) και αργότερα στην κεντρική Ευρώπη (Βιέννη, Λειψία, Βουδαπέστη, Παρίσι, Λονδίνο). 'Ύστερα η ιστορία της ελληνικής τυπογραφίας περνά από τη Ρωσία, την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία, ενώ μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους το 1821 φτάνει στο ελληνικό έδαφος (Καλαμάτα, Κόρινθος, Μεσολόγγι, Αθήνα, Ψαρά, 'Ύδρα, Αίγινα, Ναύπλιο).

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Βιβλίο ονομάζεται ένα σύνολο έντυπων φύλλων ραμμένων από τη μία πλευρά. Το πρώτο βιβλίο εκδόθηκε το 1456 στη Μαγεντία από τον εφευρέτη της τυπογραφίας, τον Γκούτενμπεργκ. 'Ήταν μια Βίβλος τυπωμένη σε σελίδες των 42 γραμμών (στίχων) χωρίς αρίθμηση ή τίτλο, ενώ είναι το μοναδικό βιβλίο του Γκούτενμπεργκ που σώζεται μέχρι σήμερα. Τα βιβλία που εκδόθηκαν μέχρι τον Ιανουάριο του 1501 ονομάζονται αρχέτυπα και ήταν επηρεασμένα από την παράδοση των χειρογράφων. Στην εποχή της Αναγέννησης αρχίζει να κυκλοφορεί ευρύτατα το έντυπο βιβλίο στην Ιταλία, που γίνεται το κέντρο του εμπορίου στο δυτικό κόσμο. Ακολουθούν η Γαλλία και οι Κάτω Χώρες. Μορφές όπως ο Ανρί Ετιέν στο Παρίσι και ο Κριστόφ Πλαντέρν στην Αμβέρσα έθεσαν τις βάσεις των μεγάλων εκδοτικών οίκων. Το 16ο αιώνα τυπώθηκαν 520 χιλιάδες βιβλία, ενώ ο αριθμός αυτός αυξήθηκε το 19ο αιώνα σε 8 εκατομμύρια.

TO ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ

Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν ως το πρώτο ελληνικό βιβλίο τα «Ερωτήματα» του Μανουήλ Χρυσολωρά, που είναι στοιχειοθετημένο σε ελληνολατινικό κείμενο και έχει εκδοθεί το 1471. Πάντως το πρώτο αμιγώς ελληνικό βιβλίο είναι η «Επιτομή των οκτώ του λόγου μερών» του Βυζαντινού λόγιου Κωνσταντίνου Λάσκαρη, που εκδόθηκε το 1476 στο Μιλάνο, όπως άλλωστε και όλα τα ελληνικά βιβλία τα πρώτα χρόνια μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας. Πολύ αργότερα, και αφού στο μεταξύ ελληνικά βιβλία έφταναν στην Ελλάδα τυπωμένα στην κεντρική Ευρώπη και ύστερα στη Ρωσία, στην Κωνσταντινούπολη και στη Μικρά Ασία, τυπώθηκαν για πρώτη φορά στον ελληνικό χώρο βιβλία, μετά το 1821. Ο αρχαιότερος σύλλογος στο χώρο του ελληνικού βιβλίου είναι ο ΣΕΒΑ (Σύλλογος Εκδοτών Βιβλιοπωλών Αθηνών), που ιδρύθηκε πριν από 70 χρόνια. Αργότερα ιδρύθηκαν τέτοιοι σύλλογοι και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, ενώ το 1961 ιδρύθηκε η ΠΟΕΒ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Εκδοτών Βιβλιοπωλών), που είναι μέλος διεθνών οργανισμών για το βιβλίο. Τέλος, το 1982 ιδρύθηκαν ο ΣΕΚΒ (Σύνδεσμος Εκδοτών Βιβλίου) και ο ΣΕΒΕ (Σύνδεσμος Εκδοτών Βορείου Ελλάδος).

Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

'Ένα βιβλίο γεννιέται ουσιαστικά στο μυαλό του συγγραφέα, ο οποίος μεταφέρει τις σκέψεις και τη φαντασία του στο χαρτί με το χέρι ή με τη βοήθεια μαγνητοφώνου, γραφομηχανής ή ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το ανέκδοτο ακόμη κείμενο φτάνει σε κάποιο εκδοτικό οίκο, ο οποίος μετά από μελέτη αποφασίζει να το εκδώσει, κάνοντας ταυτόχρονα έναν προϋπολογισμό της έκδοσης και διατυπώνοντας κάποιους όρους προς το συγγραφέα. Ακολουθούν διαπραγματεύσεις και υπογράφεται ένα συμβόλαιο όπου αναγράφονται αναλυτικά όλα τα στοιχεία που έχουν σχέση με το βιβλίο που θα εκδοθεί. Τα χειρόγραφα προτού παραδοθούν στο τυπογραφείο περνούν από ένα στάδιο προετοιμασίας, στο οποίο ο επιμελητής έκδοσης αποφασίζει όλα τα τεχνικά χαρακτηριστικά της έκδοσης (σχήμα, διαστάσεις, τυπογραφικά στοιχεία, σύστημα εκτύπωσης κλπ.). Η πρώτη εργασία στο τυπογραφείο είναι η στοιχειοθεσία, που μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους (στο χέρι, λινοτυπία, μονοτυπία, όφσετ ή φωτοσύνθεση). Κατόπιν ακολουθεί η εκτύπωση των τυπογραφικών δοκιμίων στο πιεστήριο. Σήμερα αναπτύσσεται ένας νέος τρόπος παραγωγής ενός βιβλίου, το λεγόμενο desktop publishing, με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή (computer) και εκτυπωτή λέιζερ (laser printer). Στο βιβλιοδετείο τα τυπωμένα φύλλα διπλώνονται και ράβονται ανά 16 σελίδες (δεκαεξασέλιδα ή τυπογραφικά φύλλα), ξακρίζoνται, δηλαδή κόβονται τα ενωμένα άκρα τους, και ακολουθεί το κόλλημα του εξώφυλλου. Η διάθεση ενός βιβλίου γίνεται βασικά με δύο τρόπους: μέσω των βιβλιοπωλείων, στα οποία φυσικά πέφτει το μεγαλύτερο βάρος και μέσω των προμηθευτών βιβλίου (πλασιέ). Η καλή οργάνωση ενός βιβλιοπωλείου έχει ως αποτέλεσμα τη διάθεση όσο το δυνατό μεγαλύτερου αριθμού βιβλίων, κάτι που στηρίζει οικονομικά το βιβλιοπώλη και τον εκδότη και, φυσικά, προωθεί το βιβλίο στο αναγνωστικό κοινό. Τέλος, κάθε βιβλίο που εκδίδεται πρέπει υποχρεωτικά, σύμφωνα με νόμο που υπάρχει, να κατατίθεται σε δύο αντίτυπα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας, στο Ελληνικό Κέντρο ISBN και στη Βιβλιοθήκη της Βουλής. Δωρεάν αντίτυπα στέλνονται επίσης σε βιβλιοκριτικούς, ώστε αυτοί να παρουσιάζουν και να κρίνουν τα νέα βιβλία που κυκλοφορούν. Η προβολή ενός βιβλίου πετυχαίνεται κυρίως με τη διαφήμισή του σε περιοδικά και εφημερίδες, στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση και στο Διαδίκτυο.

Η ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

'Ένα βιβλίο μπορεί να είναι χαρτόδετο, με εξώφυλλο ένα ελαφρό χαρτόνι τσακισμένο στη μέση στο πάχος των φύλλων, ή πανόδετο, με πιο χοντρό εξώφυλλο ντυμένο με χαρτί ή δέρμα. Τα τμήματα των εξωφύλλων που γυρίζουν προς τα μέσα λέγονται «αυτιά» και το ελαφρό χαρτί που συχνά περιβάλλει το εξώφυλλο λέγεται περικάλυμμα (κουβερτούρα). Το κύριο μέρος του βιβλίου (σώμα) αποτελείται από τα τυπωμένα φύλλα του, τα οποία μπορεί να είναι σε διάφορα σχήματα και διαστάσεις. Η αριστερή σελίδα (αριθμημένη με ζυγούς αριθμούς) ονομάζεται verso και η δεξιά (αριθμημένη με μονούς αριθμούς) recto. 'Ένα βιβλίο μπορεί να είναι χωρισμένο σε κεφάλαια και να είναι εικονογραφημένο. Μπορεί επίσης να υπάρχουν πρόλογος, εισαγωγή, επίλογος κλπ. Σε κάθε βιβλίο πρέπει να υπάρχουν τα ακόλουθα στοιχεία: Μετά το εξώφυλλο και μία λευκή, ατύπωτη σελίδα υπάρχει ο ψευδότιτλος (ο τίτλος του βιβλίου τυπωμένος μόνος σε μια σελίδα) και ακολουθεί η σελίδα τίτλου, όπου γράφονται με μεγάλα στοιχεία ο συγγραφέας, ο τίτλος, ο υπότιτλος, ο εκδοτικός οίκος και η τοποχρονολογία της έκδοσης. Επίσης, αν χρειάζεται, ο μεταφραστής και ο εικονογράφος ή ο επιμελητής της έκδοσης. Στην αμέσως επόμενη σελίδα υπάρχουν τα ίδια στοιχεία και επίσης ο τίτλος του πρωτότυπου κειμένου, το κοπυράιτ (Copyright (c)), η υπογραφή του συγγραφέα και το ISBN. Υπάρχουν βέβαια και άλλα στοιχεία που δίνουν την ολοκληρωμένη εικόνα ενός βιβλίου, όπως γλωσσάριο, ευρετήριο, βιβλιογραφία και περιεχόμενα.

Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Η ζωή ενός βιβλίου εξαρτάται, όπως άλλωστε είναι φυσικό, τόσο από τις συνθήκες, που επικρατούν στο χώρο όπου βρίσκεται όσο και από τη μεταχείριση που έχει. Τους παράγοντες και τα αίτια των φθορών και των αλλοιώσεων του βιβλίου μπορούμε να τους κατατάξουμε σε τέσσερις κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι βιολογικοί παράγοντες, που διαιρούνται σε μικροβιολογικούς και καθαρά βιολογικούς. Οι μικροοργανισμοί που προσβάλλουν το χαρτί είναι τα βακτήρια, οι στρεπτομύκητες και οι μύκητες, και εξαιτίας τους το χαρτί αρχικά χάνει τη στερεότητά του και χνουδοποιείται. Από την άλλη, τα διάφορα έντομα που εισέρχονται σε χώρους όπου υπάρχουν βιβλία τρέφονται με το χαρτί, την κόλλα και το δέρμα και προκαλούν ανυπολόγιστες ζημιές στο βιβλίο. Τα πιο καταστρεπτικά από αυτά είναι το Stegobium Paniceum, το Anobium Domesticum, το Xestobium και το Lepisma. Επίσης, η υγρασία προκαλεί διάβρωση και καταστροφή του βιβλίου. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι χημικές φθορές με κυριότερη την οξείδωση, κατά την οποία το χαρτί μπορεί ακόμα και να θρυμματιστεί. Επίσης μπορεί να συμβεί και αποχρωματισμός της μελάνης, ιδιαίτερα των χειρογράφων, εξαιτίας του περιβάλλοντος (οξυγόνο, υγρασία, φως, μόλυνση της ατμόσφαιρας) ή και των ίδιων των συστατικών της (μεταλλικά άλατα, οργανικές ουσίες). Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν οι φθορές που προέρχονται από το ανθρώπινο περιβάλλον και μπορεί να οφείλονται είτε στην άγνοια και στην αμέλεια του βιβλιοφύλακα είτε στην απροσεξία των χρηστών των βιβλίων. Συμπτώματα τέτοιου είδους είναι γραμμένα, τσαλακωμένα ή σκισμένα φύλλα, βρεγμένα βιβλία κλπ. Τέλος, στην τέταρτη κατηγορία ανήκουν οι φθορές, συνήθως μεγάλες και απρόβλεπτες, που προέρχονται από τα διάφορα φυσικά φαινόμενα, όπως πυρκαγιά, σεισμό ή πλημμύρα. Η συντήρηση του βιβλίου είναι απαραίτητη ώστε να εξασφαλιστεί η όσο το δυνατό μακρύτερη διάρκεια ζωής του υλικού. Στους χώρους όπου υπάρχουν βιβλία πρέπει να προσέxεται ιδιαίτερα η σκόνη (ο συχνός καθαρισμός είναι απαραίτητος), ο αερισμός (πρέπει να είναι σωστός και ικανός), ο φωτισμός (ο υπερβολικός τεχνητός φωτισμός αλλά και το έντονο ηλιακό φως βλάπτουν το βιβλίο) και οι κλιματολογικές συνθήκες, όπως η θερμοκρασία (πρέπει να είναι μεταξύ 18 και 20 βαθμών Κελσίου) και η υγρασία (πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 50-65% U.R. Από την άλλη μεριά, πρέπει να έχουν μελετηθεί περιπτώσεις πυρκαγιάς, σεισμού κι πλημμύρας, έτσι ώστε σε κάθε τέτοια περίπτωση να υπάρξουν οι λιγότερες δυνατές απώλειες. Η τεχνολογία σήμερα προσφέρει πολλές λύσεις για το σκοπό αυτό και πολλά δυσάρεστα αποτελέσματα μπορούν να αποφευχθούν με τη χρήση ειδικών εγκαταστάσεων και συσκευών. Φυσικά, πάντα συμβαίνουν ζημιές σε ένα βιβλίο και αυτές πρέπει να αποκαθίστανται, αν είναι δυνατό. Για το σκοπό αυτό πρέπει τα κατεστραμμένα βιβλία να επιδιορθώνονται από ειδικούς τεχνίτες με σύγχρονες τεχνικές και ιδιαίτερη φροντίδα, ώστε να παραδίνονται και πάλι στους χρήστες τους σε ικανοποιητική κατάσταση.

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Τις τελευταίες δεκαετίες συνέβησαν σημαντικότατες αλλαγές στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι οποίες επηρέασαν τόσο τον ηλεκτρονικό και τον γραπτό τύπο όσο και τις τεχνικές αποθήκευσης πληροφοριών. Μία πρώτη εφεύρεση ήταν ο δίσκος WORM (Write Once, Read Many: μία εγγραφή, πολλές αναγνώσεις), στον οποίο τα δεδομένα, που γράφονταν δεν μπορούσαν να σβηστούν ούτε να αλλαχτούν. Αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, εμφανίστηκε το CD-ROM (Compact Disc - Read Only Memory: συμπαγής δίσκος - μνήμη μόνο ανάγνωσης), κατασκευασμένο από τις εταιρείες Philips και Sony. Μετά το CD-ROM, που γνώρισε ευρεία απήχηση στον τομέα της αποθήκευσης στοιχείων σε βιβλιοθήκες, εμφανίστηκε ο βιντεόδισκος, που προοριζόταν για χρήση σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ένας τέτοιος δίσκος 5 ιντσών μπορούσε να χωρέσει 200 χιλιάδες σελίδες κειμένου! Μία άλλη ανακάλυψη, γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ήταν το DAT (Digital Audio Tape recorder, ψηφιακό ακουστικό μαγνητόφωνο), με το οποίο ο χρήστης θα μπορούσε να δημιουργεί το δικό του ηλεκτρονικό βιβλίο. Φυσικά, δε θα πρέπει να ξεχάσουμε όλες τις ανακαλύψεις στο χώρο των ηλεκτρονικών υπολογιστών που εφαρμόστηκαν και στο χώρο της παραγωγής του βιβλίου (χρήση υπολογιστών από τους συγγραφείς, desktop publishing κλπ.).

Έχοντας διανύσει μια πορεία πολλών χιλιάδων ετών, το βιβλίο με τη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα αποτελεί ένα από τα πλέον εμπορεύσιμα αγαθά. Σε παγκόσμιο επίπεδο η εκδοτική παραγωγή σημειώνει ανοδικές τάσεις και, παρά το γεγονός ότι οι τίτλοι σε ηλεκτρονικά βιβλία ολοένα αυξάνονται, η αίσθηση της χάρτινης έκδοσης είναι αυτή που συγκινεί ακόμη τα εκατομμύρια των αναγνωστών ανά τον κόσμο, που θα προτιμήσουν να ξεφυλλίσουν το βιβλίο με τα χέρια τους παρά με το πάτημα κάποιων πλήκτρων. Σε διεθνές επίπεδο οι πωλήσεις βιβλίων μέσω του Internet προβάλλονται ως παράδειγμα των δυνατοτήτων εμπορικής αξιοποίησης των τεχνολογιών του μέσου από διάφορες επιχειρήσεις. Μόνο στη Γερμανία, όπως εκτίμησε πρόσφατα η Jupiter Communications, ως το 2002 οι πωλήσεις βιβλίων μέσω του Internet θα αποφέρουν ένα ποσό που θα φτάσει και ίσως θα ξεπεράσει τα 674 εκατ. δολάρια. Ως εμπορεύσιμο αγαθό, ακόμη και τέτοιας μορφής, το βιβλίο δε θα μπορούσε να μείνει εκτός του θαυμαστού κόσμου του Ιnternet, της διαφήμισης και της διακίνησης μέσω του μεγαλύτερου δικτύου που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα (έως σήμερα τουλάχιστον) σε εκατομμύρια αναγνώστες σε ολόκληρο τον πλανήτη. Το ηλεκτρονικό εμπόριο είναι πλέον πραγματικότητα και οι αριθμοί αποδεικνύουν πως πρόκειται για μια επανάσταση στο χώρο της αγοράς, που θα επιφέρει τεράστιες αλλαγές τόσο στον τρόπο συναλλαγής όσο και στον τρόπο διακίνησης των προϊόντων, καθώς ουσιαστικά καταργεί τα γεωγραφικά σύνορα. Το σίγουρο πάντως είναι πως για πολλά χρόνια ακόμα το βιβλίο, ένα από τα πρώτα είδη που διακινήθηκαν ηλεκτρονικά μέσω Διαδικτύου, θα διατηρήσει για πολύ ακόμη τη μορφή με την οποία το γνωρίζουμε εδώ και πέντε αιώνες.