Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

 

Η σημασία της βιβλιοθήκης, φυσικά όχι μόνο ως χώρου αποθήκευσης ή έστω και χρήσης βιβλίων αλλά ως πνευματικού ιδρύματος, είναι μεγάλη. Μία βιβλιοθήκη κατέχει ή, πιο σωστά, πρέπει να κατέχει πολύ σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια καλλιέργειας της παιδείας ενός λαού.

 

  • Η βιβλιοθήκη στον κόσμο

  • Η βιβλιοθήκη στην Ελλάδα

  • Η δημιουργία μίας βιβλιοθήκης

  • Η οργάνωση και η λειτουργία της βιβλιοθήκης

  •  


    Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

     

    Οι ανωτέρω ορισμοί της λέξης βιβλιοθήκη, παρμένοι από την εγκυκλοπαίδεια «Υδρία», δίνουν αμέσως την ευρύτητα του όρου και τους τομείς στους οποίους αυτός απλώνεται. Οι πρώτες βιβλιοθήκες πρέπει να υπήρχαν στη Μεσσοποταμία ήδη από το 3000 π.Χ. Ανασκαφές που έγιναν στη Νινευή το 1850 έφεραν στο φως χιλιάδες πήλινες πινακίδες με σφηνοειδή γραφή, μεθοδικά ταξινομημένες και καταλογογραφημένες, που αποτελούσαν το αρχείο του βασιλιά Ασουρμπανιπάλ (668-626 π.Χ.). Ο βασιλιάς της Αλεξάνδρειας Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος (283-247 π.Χ.) ίδρυσε την πλουσιότερη και λαμπρότερη βιβλιοθήκη του αρχαίου κόσμου, γνωστή ως «Μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας», με 400.000, και κατ' άλλους 700.000 τόμους, και καταλόγους, οι οποίοι θεωρούνται ως οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία συστηματικής βιβλιογραφίας. Η βιβλιοθήκη αυτή καταστράφηκε από πυρκαγιά κατά την άλωση της Αλεξάνδρειας από τον Ιούλιο Καίσαρα το 47 π.Χ. Οι ρωμαϊκές βιβλιοθήκες ήταν συνήθως εγκατεστημένες σε συνεχόμενα παραρτήματα των ναών και κυρίως στο κέντρο των πόλεων. Αποτελούνταν από δύο τμήματα, της ελληνικής και της λατινικής γραμματείας, και αργότερα και από ένα τρίτο, χριστιανικό τμήμα, ενώ τα τετράγωνα βιβλία από περγαμηνή ήταν τοποθετημένα πλάγια. Κατά τη μεσαιωνική περίοδο βιβλιοθήκες δημιουργούνταν μόνο στους ναούς και τα μοναστήρια, ενώ η οργάνωση, η λειτουργία τους και η συστηματική αντιγραφή των χειρογράφων γίνονται από μορφωμένους καλλιτέχνες και μοναχούς. Στα σημαντικότερα κέντρα του Ισλάμ (Βαγδάτη, Κάιρο, Τρίπολη) δημιουργήθηκαν βιβλιοθήκες εμπλουτισμένες με ελληνικά χειρόγραφα μεταφρασμένα στην αραβική γλώσσα. Στην Αναγέννηση παρατηρήθηκε μια τάση ίδρυσης σημαντικών ιδιωτικών βιβλιοθηκών, ενώ στα κατοπινά χρόνια τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία των μεγάλων δημόσιων βιβλιοθηκών που υπάρχουν μέχρι σήμερα σε όλο τον κόσμο.

    Οι βιβλιοθήκες ανάλογα με το είδος των βιβλίων που υπάρχουν σε αυτές διακρίνονται σε γενικές και ειδικές, ενώ ανάλογα με το φορέα τους σε δημόσιες, δημοτικές, κοινοτικές, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ και ιδιωτικές, ενώ ανάλογα με το σκοπό τους σε λαϊκές, παιδικές, σχολικές, πανεπιστημιακές, αγροτικές ιατρικές, μουσικές, θεατρικές, τεχνικές, οικονομικές, ιστορικές κ.ά.

    Οι μεγαλύτερες βιβλιοθήκες στον κόσμο (κατά χρονολογική σειρά ίδρυσής τους) είναι οι ακόλουθες:

     

    Βιβλιοθήκη του Βατικανό Βιβλιοθήκη της Βοστώνης (1920)

     

     

     

     

    H ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

     

    Η πρώτη ελληνική βιβλιοθήκη ιδρύθηκε από τον Πεισίστρατο τον 6ο π.Χ. αιώνα, ήταν δημόσια και περιλάμβανε μεταξύ άλλων τα ομηρικά έπη Ιλιάδα και Οδύσσεια, των οποίων η καταγραφή είχε τελειώσει το 560 π.Χ. Τη βιβλιοθήκη αυτή άρπαξε ο Ξέρξης και τη μετέφερε στην Περσία, όπου και παρέμεινε μέχρι την επιστροφή της στους Αθηναίους από το Σέλευκο το Νικάτορα. Κατά το Στράβωνα, ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος ιδιώτης που συστηματικά συγκέντρωσε βιβλία με σκοπό το σχηματισμό βιβλιοθήκης. 'Άλλη μεγάλη ελληνική βιβλιοθήκη της αρχαιότητας ήταν εκείνη της Περγάμου, που ιδρύθηκε τον 2ο π.Χ. αιώνα από τον Ατταλο Α' ή το γιο του Ευμένη B'. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η βιβλιοθήκη περιείχε ήδη 200.000 τόμους όταν ο Αντώνιος τη μετέφερε στην Αλεξάνδρεια και την πρόσφερε στην Κλεοπάτρα.

    Οι βυζαντινές βιβλιοθήκες διακρίνονται σε αυτοκρατορικές, μοναστηριακές, ιδιωτικές και πατριαρχικές. Ο Μέγας Κωνσταντίνος ίδρυσε μια σπουδαία βιβλιοθήκη στο Βυζάντιο, η οποία εμπλουτιζόταν συνέχεια από τους διαδόχους του. Το 1204, με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους, σημειώθηκαν σημαντικές καταστροφές και αρπαγές στις βιβλιοθήκες, που ολοκληρώθηκαν το 1453, κατά την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους. Οι λόγιοι της διασποράς έσωσαν πολλά χειρόγραφα, που τυπώθηκαν αργότερα στην Ευρώπη, ενώ σημαντικά ελληνικά, εκκλησιαστικά και κλασικά βιβλία διασώθηκαν στις βιβλιοθήκες των μοναστηριών κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.

    Η πρώτη βιβλιοθήκη του νέου ελληνικού κράτους ιδρύθηκε από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια το 1828 στην Αίγινα (πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας), όπου στεγάστηκε στο Ορφανοτροφείο του νησιού και η λειτουργία της ανατέθηκε στον Ανδρέα Μουστοξύδη, πρόεδρο της επιτροπής του Ορφανοτροφείου. Το 1832, με διάταγμα η βιβλιοθήκη ονομάστηκε Δημόσια και ορίστηκε διευθυντής της ο Γεώργιος Γεννάδιος. Το 1834 μεταφέρθηκε στην καινούργια πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, την Αθήνα, έχοντας περίπου 8 χιλιάδες τόμους. Αρχικά τοποθετήθηκε στο Λουτρό της Αγοράς και αργότερα στην εκκλησία του Αγίου Ελευθερίου, στην πλατεία Μητροπόλεως. Το 1842 η βιβλιοθήκη, που είχε ήδη 15 χιλιάδες τόμους, ενώθηκε τοπικά και διοικητικά με τη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Αθηνών, που είχε ιδρυθεί το 1838, και μεταφέρθηκε στο κτήριο του Πανεπιστημίου. Με βασιλικό διάταγμα του 1867 οι δύο βιβλιοθήκες συγχωνεύτηκαν σε μία, την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας, η οποία το 1903 μεταφέρθηκε στο κτήριο που βρίσκεται σήμερα, στην οδό Πανεπιστημίου, το οποίο κατασκευάστηκε το 1888 με δωρεά των αδελφών Βαλλιάννου από την Κεφαλλονιά, σε σχέδια του Δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν και με εκτελεστή του σχεδίου το Γερμανό Τσίλερ.

    Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας έχει σήμερα περισσότερους από 2,5 εκατομμύρια τόμους βιβλίων ελληνικών και ξένων, ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν πολλές σπάνιες εκδόσεις. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο εισέρχονται σ' αυτή 25 χιλιάδες τόμοι εντύπων, συνολικού όγκου 150 κυβικών μέτρων. Εκτός από τις αγορές, συχνά και από δημοπρασίες και φυσικά με τις νέες ελληνικές εκδόσεις, που σύμφωνα με το νόμο κατατίθενται στην Εθνική Βιβλιοθήκη, σημαντικός τρόπος εμπλουτισμού της ΕΒΕ είναι οι δωρεές ιδιωτικών βιβλιοθηκών και αρχείων από κάποιες παλιές ελληνικές οικογένειες. Η βιβλιοθήκη διαθέτει μόνο ένα αναγνωστήριο και χρησιμοποιεί τρεις δελτιοκαταλόγους (γενικό αλφαβητικό κατά συγγραφείς, θεματικό και τοπογραφικό), που, όπως συνηθίζεται στις δημόσιες βιβλιοθήκες, δεν είναι στη άμεση διάθεση του κοινού, το οποίο φτάνει καθημερινά τα 200 άτομα. Διοικητικά η βιβλιοθήκη αποτελεί δημόσια υπηρεσία με προϊστάμενη αρχή το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών.

    Αρνητική είναι σίγουρα η γενική εικόνα της κατάστασης των ελληνικών βιβλιοθηκών, μια κατάσταση στασιμότητας και έλλειψης οργάνωσης, που σώζουν μόνο μερικές εξαιρέσεις, όπως αυτή της Γεννάδειου Βιβλιοθήκης, στην οποία υπάρχουν ήδη από το 1970 σύστημα κλιματισμού καθώς και συστήματα συναγερμού και πυρανίχνευσης. Μικρή αλλά σημαντικότατη λεπτομέρεια είναι η ακόλουθη: η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη είναι ιδιωτική και υπάγεται στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, από την οποία και χρηματοδοτείται. Μικρότερες βιβλιοθήκες υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα, είναι κυρίως δημοτικές ή κοινοτικές και ανήκουν στο Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών ή στο Υπουργείο Εσωτερικών. Βιβλιοθήκες υπάρχουν επίσης στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΑΕΙ), στα τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΤΕΙ) και σε αρκετά σχολεία. H λειτουργία όλων αυτών των βιβλιοθηκών δεν είναι ικανοποιητική εξαιτίας πολλών παραγόντων, ανάμεσα στους οποίους είναι η έλλειψη χρηματικών πόρων αλλά και η έλλειψη ικανού και εκπαιδευμένου προσωπικού από βιβλιοθηκάριους.

    Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, πως τα Τμήματα Βιβλιοθηκονομίας, που ιδρύθηκαν πριν από λίγα χρόνια έχουν αρχίσει ήδη να τροφοδοτούν με βιβλιοθηκονόμους αρκετές βιβλιοθήκες, στοιχείο ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για την οργάνωση των ελληνικών βιβλιοθηκών. Φυσικά, σε μια βιβλιοθήκη το μεγαλύτερο ρόλο παίζουν οι επισκέπτες της. Στον τομέα αυτό βρισκόμαστε, όπως και σε πολλά άλλα θέματα, στις τελευταίες θέσεις σε παγκόσμια κλίμακα. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων δεν έχει δανειστεί ποτέ ένα βιβλίο από κάποια βιβλιοθήκη, και η κατάσταση αυτή θα πρέπει οπωσδήποτε να βελτιωθεί στα επόμενα χρόνια.

    Οι μεγαλύτερες βιβλιοθήκες στην Ελλάδα (κατά χρονολογική σειρά ίδρυσής τους) είναι οι ακόλουθες:

     

     

     

     

    Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΜΙΑΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ

     

    Το πρόβλημα της μελέτης μιας βιβλιοθήκης δεν είναι απλά το πρόβλημα της μελέτης ενός κτηρίου. Η σημασία της βιβλιοθήκης, φυσικά όχι μόνο ως χώρου αποθήκευσης ή έστω και χρήσης βιβλίων αλλά ως πνευματικού ιδρύματος, είναι μεγάλη. Μία βιβλιοθήκη κατέχει ή, πιο σωστά, πρέπει να κατέχει πολύ σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια καλλιέργειας της παιδείας του πληθυσμού στον οποίο απευθύνεται. Παλιά, μέχρι τα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα, η βιβλιοθήκη αντιμετωπιζόταν μόνο ως κτήριο προορισμένο να καλύπτει την ανάγκη του κόσμου να βρίσκει αμέσως και εύκολα στοιχεία και πληροφορίες πάνω σε κάποιο θέμα. Φυσικά, δεν πρέπει να παραγνωριστεί αυτή η, πολύ βασική άλλωστε, λειτουργία μιας βιβλιοθήκης. Με στόχο την επίτευξη της λειτουργίας αυτής δημιουργήθηκαν και πρόσφεραν σημαντικές υπηρεσίες στους λαούς οι μεγαλύτερες βιβλιοθήκες του κόσμου.

    Σήμερα όμως, η κατασκευή μιας καινούριας βιβλιοθήκης εξετάζεται μέσα από ένα άλλο πρίσμα. Μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο περάσαμε σιγά σιγά από τις μεγάλες βιβλιοθήκες-μουσεία στις μικρότερες, πιο λειτουργικές και ζωντανές βιβλιοθήκες-πολιτιστικά κέντρα. Μία σύγχρονη βιβλιοθήκη πρέπει να παίζει πολύπλευρο ρόλο στην ανάπτυξη του τόπου. Μουσικοί δίσκοι, ταινίες βίντεο και μαγνητικά μέσα αποθήκευσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, εκδηλώσεις, εκθέσεις, προβολές και εκδόσεις είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία και τις υπηρεσίες που πρέπει να προσφέρει μια βιβλιοθήκη της σημερινής εποχής στους χρήστες της. Εύκολα, λοιπόν, βγαίνει το συμπέρασμα ότι, για να ανταποκριθεί μια καινούρια βιβλιοθήκη στις ανάγκες αυτές, πρέπει να έχει προηγηθεί μια λεπτομερής και συστηματική μελέτη όχι μόνο του ίδιου του κτηρίου αλλά και των πολύ σημαντικών σύγχρονων τεχνολογικών εγκαταστάσεων που απαιτούνται καθώς και του χώρου γύρω από το κτήριο, έτσι ώστε η ένταξη της βιβλιοθήκης στο χώρο αυτό να είναι ομαλή και αρμονική σε σχέση με το περιβάλλον.

    Βασικό στοιχείο στην κατασκευή μιας νέας βιβλιοθήκης είναι το κομμάτι εκείνο του πληθυσμού στο οποίο αυτή πρόκειται να απευθυνθεί. Είναι φανερό ότι κάθε είδος βιβλιοθήκης έχει ένα διαφοροποιημένο σκοπό όσον αφορά τους μελλοντικούς χρήστες της βιβλιοθήκης. Μία εθνική βιβλιοθήκη έχει ως σκοπό τη συγκέντρωση και τη διαφύλαξη της πνευματικής κληρονομιάς ενός τόπου, άρα πρέπει να ενταχθεί στο νοητό κέντρο, στην πρωτεύουσα της χώρας, όπου κατά κανόνα βρίσκεται συγκεντρωμένο το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού, και να ανταποκρίνεται από πλευράς όγκου, εγκαταστάσεων και οργάνωσης στην τεράστια αποστολή της. Μία παιδική βιβλιοθήκη απευθύνεται σε πολύ νεαρά άτομα, άρα πρέπει να έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, έτσι ώστε να τους προσελκύσει το ενδιαφέρον για το βιβλίο. Μια σχολική ή πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη απευθύνεται σε άτομα που έχουν αυξημένες ανάγκες ανεύρεσης πληροφοριών και πρέπει να είναι εφοδιασμένη με ικανό αριθμό πληροφοριακών βιβλίων και άλλων υλικών. Μία δημόσια-λαϊκή βιβλιοθήκη πρέπει να απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού το οποίο δεν έχει ουσιαστική επαφή με το βιβλίο. Μια τέτοια βιβλιοθήκη έχει ως βασικό στόχο να γνωρίσει και να διαδώσει το βιβλίο στους κατοίκους της περιοχής, άρα πρέπει να υπάρχει σε κάθε πόλη και μεγάλο χωριό της χώρας. Αν αυτό ακούγεται παράξενα, αξίζει να αναφερθεί πως κάθε χωριό της Γερμανίας που έχει πάνω από χίλιους κατοίκους διαθέτει τη δική του δημόσια-λαϊκή βιβλιοθήκη! 'Ενα παραγνωρισμένο στη χώρα μας είδος βιβλιοθήκης είναι η βιβλιοθήκη στον τόπο εργασίας, που απευθύνεται στους εργαζόμενους. Μια τέτοια βιβλιοθήκη μπορεί να είναι εγκατεστημένη σε ένα εργοστάσιο ή όπου αλλού είναι συγκεντρωμένος ένας μεγάλος αριθμός εργαζόμενων. Τέλος, μία ειδική βιβλιοθήκη απευθύνεται σε ένα ειδικό κοινό και πρέπει να είναι εφοδιασμένη με πλούσια συλλογή βιβλίων πάνω σε συγκεκριμένο θέμα ή πάνω σε έναν ορισμένο τομέα της επιστήμης. Τέτοιες βιβλιοθήκες είναι απαραίτητο να υπάρχουν σε επιστημονικούς οργανισμούς, μεγάλες επιχειρήσεις, νοσοκομεία και ερευνητικά κέντρα.

    Φυσικά, πρωταρχικό ρόλο παίζει πάντα ο οικονομικός παράγοντας. Κάθε κατασκευή πρέπει να είναι οικονομική, με την έννοια ότι είναι σκόπιμο να αποφεύγεται κάθε περιττή δαπάνη, ενώ παράλληλα πρέπει να εξυπηρετούνται πιστά και σίγουρα τόσο η ασφάλεια του κτηρίου όσο και οι υπηρεσίες που αυτό προσφέρει με τη λειτουργία του.

     

     

     

    Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ

     

    Η πρώτη και βασική λειτουργία μιας βιβλιοθήκης είναι η συλλογή και στη συνέχεια ο συνεχής εμπλουτισμός του υλικού της. Η επιτυχημένη συγκρότηση της συλλογής αυτής βασίζεται στη σωστή επιλογή. Βοηθήματα για την επιλογή του υλικού μιας βιβλιοθήκης αποτελούν οι βιβλιογραφίες, οι βιβλιοκατάλογοι των εκδοτικών οίκων, διάφορα βιβλιογραφικά δελτία και βιβλιοκρισίες καθώς και συνεχείς επαφές με βιβλιοπωλεία και άλλες βιβλιοθήκες. Φυσικά, αντίστοιχα βοηθήματα υπάρχουν και για τα άλλα υλικά που συγκροτούν τη συλλογή μιας βιβλιοθήκης, έντυπα και μη. Τέλος, σημαντικό ρόλο στην επιλογή και τελικά στην αγορά του υλικού παίζει φυσικά η οικονομική επιφάνεια κάθε βιβλιοθήκης, ανάλογα με την οποία προγραμματίζονται οι αγορές της.

    Για τις παραγγελίες των βιβλίων πρέπει να τηρείται συστηματικό αρχείο, κατά προτίμηση αποτελούμενο από δελτία που περιέχουν τα βασικά στοιχεία του κάθε βιβλίου. Αντίστοιχο αρχείο πρέπει να τηρείται κατά την παραλαβή των παραγγελθέντων βιβλίων, το λεγόμενο βιβλίο εισαγωγής. Τότε, κάθε βιβλίο που μπαίνει στη βιβλιοθήκη παίρνει έναν μοναδικό αριθμό, τον αύξοντα αριθμό εισαγωγής, σφραγίζεται με τη σφραγίδα της βιβλιοθήκης και ακολουθεί η διαδικασία της ταξινόμησης και της καταλογογράφησής του.

    Η ταξινόμηση του υλικού είναι ίσως η βασικότερη εργασία του βιβλιοθηκάριου. Η χρησιμότητά της είναι τεράστια για το χρήστη της βιβλιοθήκης. Μετά την ταξινόμηση ακολουθεί η καταλογογράφηση, κατά την οποία συντάσσονται τα δελτία του καταλόγου της βιβλιοθήκης σύμφωνα με κωδικοποιημένους κανόνες, που αρχίζουν από την επιλογή της πατρότητας μιας έκδοσης και προχωρούν στην καταγραφή των βασικών βιβλιογραφικών στοιχείων της κατά μια μία ορισμένη φόρμα. Αμερικανικές και καναδικές ενώσεις βιβλιοθηκαρίων εκπόνησαν ένα σύστημα κανόνων καταλογογράφησης οι οποίοι έχουν εφαρμοστεί διεθνώς από το 1974. Ο χρήστης, στην προσπάθειά του να βρει πληροφορίες για το θέμα που τον ενδιαφέρει, ψάχνει αρχικά το δελτιοκατάλογο, αναζητώντας τα βιβλία που πιθανόν θα του χρησιμέψουν από τρεις βασικές πλευρές: από το συγγραφέα, από τον τίτλο και από το θέμα τους. Είναι φανερό λοιπόν ότι για κάθε βιβλίο γίνονται πολλά δελτία, τα οποία εντάσονται στο γενικό και στους ειδικούς δελτιοκαταλόγους.

    Ο δελτιοκατάλογος μιας βιβλιοθήκης, λοιπόν, αποτελεί ένα βασικό έπιπλο και ένα πολύ χρήσιμο εξάρτημά της, που τοποθετείται σε κεντρικό σημείο της εισόδου. Η κατασκευή του, συνήθως ξύλινη, είναι προτυποποιημένη, ενώ το ίδιο ισχύει για τα δελτία, δηλαδή τις χάρτινες κάρτες που τον αποτελούν. Τα βιβλία, τώρα, τοποθετούνται με τη σειρά σε ειδικά έπιπλα, περισσότερο γνωστά ως βιβλιοθήκες και ράφια και λιγότερο γνωστά ως βιβλιοθέσια και βιβλιοστάσια. Τα ράφια, συνήθως ξύλινα, κατασκευάζονται σύμφωνα με ορισμένα πρότυπα: μέγιστο άνοιγμα ενενήντα εκατοστά, κατά προτίμηση κινητά, ώστε να εξασφαλίζεται όσο το δυνατό καλύτερη εκμετάλλευση του χώρου, και με ορισμένο πλάτος, συνήθως είκοσι εκατοστά, πάλι για λόγους χωρητικότητας. Το ύψος του πρώτου ραφιού πρέπει να είναι τουλάχιστον δέκα εκατοστά από το έδαφος, ενώ το συνολικό ύψος του επίπλου δεν πρέπει να ξεπερνά τα εκατόν ογδόντα εκατοστά, εκτός αν αυτό επιβάλλουν λόγοι ποσότητας και όγκου βιβλίων στη βιβλιοθήκη. Επίσης, τα σύγχρονα ράφια είναι ανοιχτά στην πρόσοψη, προτιμώντας τα κλειστά, όπως συνηθιζόταν παλιά, ράφια μόνο για σπάνια βιβλία. Φυσικά, πρέπει να τονιστεί ότι όπως τα βιβλία έτσι και τα υπόλοιπα υλικά μιας βιβλιοθήκης πρέπει να έχουν την κατάλληλη αποθήκευση. Τα περιοδικά, οι εφημερίδες και οι χάρτες απαιτούν ράφια μεγαλύτερων διαστάσεων, ενώ οι δίσκοι, οι κασέτες, οι ταινίες και άλλα σύγχρονα μέσα αποθήκευσης απαιτούν κι αυτά ανάλογες κατασκευές για σωστή και σίγουρη αποθήκευση.

    Όπως έχει ήδη γίνει φανερό, ο βιβλιοθηκάριος είναι η ψυχή μιας βιβλιοθήκης. Είναι ο άνθρωπος που θα πρέπει, κατέχοντας καλά την επιστήμη του, να είναι σε θέση, αφού έχει οργανώσει σωστά το υλικό της βιβλιοθήκης, να δώσει κάθε πληροφορία γι' αυτό στους χρήστες, στους πελάτες της. Επίσης, μία βιβλιοθήκη λειτουργεί συνήθως και ως δανειστική. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να υπάρχει μία υποδομή κι ένας μηχανισμός δανεισμού ικανός να εξυπηρετεί τις ανάγκες του κοινού. Για τα βιβλία που δε δανείζονται πρέπει να υπάρχει δυνατότητα παροχής φωτοαντιγράφων. Τέλος, πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα πως οι παροχές προς τους χρήστες πρέπει να πραγματοποιούνται με υπευθυνότητα, σεβασμό και μεγάλη προσοχή, ιδιαίτερα αν αυτοί είναι μικρά παιδιά, τα οποία είναι ανάγκη να οδηγηθούν με τη βοήθεια του βιβλιοθηκάριου στην φιλαναγνωσία. Το προσωπικό μιας βιβλιοθήκης αποτελείται κυρίως από βιβλιοθηκάριους καθώς και από βοηθητικό προσωπικό (γραμματείς κ.ά.). Ο αριθμός των απασχολούμενων ατόμων εξαρτάται φυσικά από το μέγεθος της βιβλιοθήκης αλλά και από το είδος της. Μία βιβλιοθήκη διοικείται από διευθυντή ή, ανάλογα με το είδος της, από κάποιον βιβλιοθηκάριο, διευθυντή σχολείου κ.λ.π. Συνοψίζοντας, μπορούμε να αναφέρουμε, πως ποσοστό τουλάχιστον 50% του προϋπολογισμού μιας βιβλιοθήκης πρέπει να δαπανάται για τον εμπλουτισμό του υλικού της, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό για μισθούς και άλλες λειτουργικές δαπάνες.